ποδηλατοδρόμιο(ν)

ποδηλατοδρόμιο(ν)
το велодром; трек

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "ποδηλατοδρόμιο(ν)" в других словарях:

  • ποδηλατοδρόμιο — το, Ν στάδιο με πίστα για αγώνες ποδηλατοδρομίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποδήλατο + δρόμιο (< δρομος), απόδοση τού γαλλ. velodrome. Η λ., στον λόγιο τ. ποδηλατοδρόμιον, μαρτυρείται από το 1889 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν τού Ν. Κοντοπούλου] …   Dictionary of Greek

  • Olympiacos F.C. — For the parent multisport club, see Olympiacos CFP. Olympiacos Full name …   Wikipedia

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»